ανοιχτο ηλεκτρονικο ημερολογιο ενος συγγραφεα

σκεψεις...

Ετικέτες

Ο (1) τι δεν... (1)

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 2018


Απόσπασμα από

 

το 17/ΧΡΟΝΟ (1999 – 2018)

 

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΣΥΓΓΡΣΦΕΑ

 

 

 

4.500 likes

2014-09-17 

 Σκέφτομαι ξανά σήμερα μετά από χρόνια, ποιο ήταν το πιο σημαντικό κείμενο που διάβασα μέχρι τώρα, αυτό που μίλησε μέσα μου, που με σφράγισε. Που διαμόρφωσε τον ψυχισμό μου. Ένα αρχαίο ινδικό παραμύθι ήταν, που είχε χαρακτηριστεί ως το ωραιότερο του κόσμου. Που με βοήθησε, μου «επέτρεψε» να το διασκευάσω. Να του προσθέσω, κυρίως, την τελευταία του φράση, που ήταν η αιτία αυτής της 2ης δημοσίευσης σε αυτό το Ημερολόγιο. Ό,τι διαβάσει ο αναγνώστης αυτού του ημερολογίου, ή των βιβλίων μου είναι κατώτερο από αυτό το παραμύθι. Η διασκευή δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «ΣΚΕΨΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ» (τεύχος 6 Γενάρης-Φλεβάρης 1986). Και είναι αυτή:

ΜΙΑ ΦΟΡΑ κι έναν καιρό, σε μια μακρινή χώρα της Ανατολής, ζούσε ένας νεαρός πρίγκιπας. Όλοι οι κάτοικοι της χώρας εκείνης, συνήθιζαν να λένε για τον πρίγκιπά τους , με υπερηφάνεια, πως ποτέ δεν είχαν δει καλύτερο άνθρωπο απ’ αυτόν. Μα ούτε είχαν διαβάσει, ή ακούσει για άλλον που να τον πλησιάζει.

Και πραγματικά, αυτή ήταν η αλήθεια χωρίς τόση δα υπερβολή. Έλεγαν, ακόμα, πως τόση ήταν η δύναμη της καλοσύνης του στα έργα και στα μάτια του, που και ο πιο τρομερός κακούργος όταν τον συναντούσε, ήταν αδύνατο να μην αλλάξει, να μην γίνει ό,τι και πριν. Ο πατέρας του νεαρού πρίγκιπα, σύντομα του παρέδωσε τη βασιλική του εξουσία, γιατί όπως είπε: «Κανένας δε θα μπορούσε να κυβερνήσει τη χώρα με πιο πολύ καλοσύνη, δικαιοσύνη και σοφία. Και η χώρα μας, όπως κάθε χώρα, έχει ανάγκη από ηγέτες με τέτοιες αρετές».

Έγινε λοιπόν αρχηγός του κράτους ο πρίγκιπας. Και γρήγορα πολλά πράγματα άλλαξαν σ’ εκείνη τη χώρα. Ας πούμε, πρώτα πρώτα, τ’ ανάκτορο του πρίγκιπα έγινε μικρό, απλό, φτωχικό όσο και η καλύβα του πιο ταπεινού χωρικού. Μετά, έβγαλε τα βασιλικά του ρούχα, ντύθηκε όπως ο κάθε απλός άνθρωπος της χώρας του, και παρακάλεσε να τον αποκαλούν με τ’ όνομά του. Μόνο από την έκφραση των ματιών του μπορούσε κάποιος να ξεχωρίσει τον πρίγκιπα (που θα συνεχίσουμε να τον λέμε έτσι μια και δεν ξέρουμε τ’ όνομά του).

«Ό,τι αναπνέει ή δεν αναπνέει, δικαιούται, αξίζει την αγάπη και τον σεβασμό μας», λένε πως είχε γράψει πάνω από την πόρτα του ανακτόρου, συγγνώμη της καλύβας του. Μια δεύτερη και τελευταία γραφή που διάβαζε όποιος έμπαινε (και έμπαινε ο καθένας) στο σπίτι του έγραφε: « Όταν κι ένας μονάχα άνθρωπος δυστυχεί, πονά, αδικείται, τότε όλο το κορμί της ανθρωπότητας είναι άρρωστο και μπορεί να πεθάνει».

Αυτά λοιπόν έλεγε, μα προπάντων προσπαθούσε να πράξει ο νεαρός Πρίγκιπας και η χώρα του καθημερινά γινόταν όλο και πιο ευτυχισμένη. Γιατί οι άνθρωποι είχαν έναν αρχηγό που πρώτος αυτός εφάρμοζε τις σοφές του κουβέντες. Όμως, κάποια μέρα, ο καλός μας Πρίγκιπας αρρώστησε βαριά και γρήγορα πέθανε. Όλος ο λαός της χώρας έκλαψε τον θάνατό του. Κι ανήσυχα αναρωτήθηκε τι θα γινόταν η χώρα δίχως τον καλό, σοφό της αρχηγό. Ευτυχώς όμως τα πράγματα συνέχισαν να πηγαίνουν καλά, γιατί ο σπόρος που είχε σπαρθεί από τον Πρίγκιπα είχε για καλά φυτρώσει στις ψυχές των ανθρώπων.

Ο Πρίγκιπας της ιστορίας μας στο μεταξύ, όπως ήταν φυσικό και δίκαιο, επειδή στη ζωή του ήταν τόσο καλός, πήγε στον Παράδεισο. Εκεί, κάποιος γεροντάκος άγιος, τον υποδέχτηκε με μεγάλες τιμές, γιατί ακόμα και οι ψυχές, που είχαν μάθει βέβαια τα της ζωής του, τον θαύμαζαν και τον αγαπούσαν. Για να τον τιμήσουν λοιπόν, σκέφτηκαν να του δείξουν τα μέρη του Παραδείσου, όπου οι ψυχές των καλών ανθρώπων απολάμβαναν την μακαριότητα της ανταμοιβής τους.

Ο Πρίγκιπάς μας, δέχτηκε την πρόταση του γεροντάκου με χαρά.

Έτσι άρχισε το μακρύ ταξίδι στα μέρη του Παραδείσου και ο Πρίγκιπας είδα πράγματα που ποτέ του δεν είχε φανταστεί. Ήταν πρωτόγνωρα συγκινημένος. Όταν όμως η περιήγηση πήγαινε προς το τέλος της, άρχισε να δείχνει σκεφτικός και στεναχωρημένος.

Ο γεροντάκος – άγιος, το παρατήρησε κι ένιωσε άσχημα, γιατί το πριγκιπόπουλο που είχε υπάρξει στην κάτω ζωή του σαν τόσο καλός άνθρωπος, έπρεπε τώρα πια, εδώ στον Παράδεισο να είναι πάντα ευτυχισμένο.

«Ποια σκέψη συννέφιασε το πρόσωπό σου;» ρώτησε.

«Σκέφτομαι την κόλαση. Εκείνους που ζουν μέσα της. Άγιε, σε παρακαλώ ας πάμε ως εκεί».

«Μα…», είπε ο γεροντάκος. «Αυτό που ζητάς είναι δύσκολο. Και ασυνήθιστο. Χρειάζονται ένα σωρό διαδικασίες».

Ο Πρίγκιπας δεν μίλησε. Μόνο η θλίψη χαράκωσε το πρόσωπό του.

«Τέλος πάντων. Θα δω τι μπορεί να γίνει μ’ αυτή την παράξενη επιθυμία σου», είπε μην αντέχοντας να βλέπει έτσι το Πριγκιπόπουλο, ο γέροντας. «Αύριο. Ίσως αύριο μπορέσουμε να πάμε κατά κει».

Την άλλη μέρα η επιθυμία του Πρίγκιπα εκπληρώθηκε.

Σαν έφτασαν στην κόλαση, τα μάτια του νεαρού είδαν πράγματα φριχτά. Εκατομμύρια ψυχές κολασμένων υπέφεραν μαρτύρια που ξεπερνούσαν κάθε αντοχή. Κάθε σκοπιμότητα δικαιοσύνης.

Η ψυχή του νέου έσφιξε από συμπόνια. Τα μάτια του άρχισαν να δακρύζουν.

«Και μέχρι πότε θα κρατήσει αυτό το μαρτύριο;» Ρώτησε με φωνή σβησμένη.

«Για πάντα», είπε ο Άγιος.

«Για πάντα;» ρώτησε κατάπληκτος, όλος φρίκη εκείνος.

«Ναι, για πάντα».

«Δηλαδή δεν υπάρχει καμία ελπίδα, κανένας τρόπος να σταματήσει αυτό το μαρτύριο;»

«Όχι, δεν υπάρχει».

«Μα αυτό είναι ακατανόητο. Πως είναι δυνατόν η Δικαιοσύνη να είναι υπέρτερη αξία από την Αγάπη;» ψιθύρισε ο Πρίγκιπας.

Ο γεροντάκος βλέποντας τη θλίψη και την απορία του, είπε: «Δηλαδή υπάρχει ένας τρόπος, αλλά αυτός είναι μόνο θεωρητικά δυνατός».

«Ποιος;» ρώτησε ο νέος. «Ποιός;»

«Να πάρει κάποιος τη θέση τους».

«Την παίρνω εγώ», είπε ο Πρίγκιπας. Και τίναξε την κόλαση στον αέρα!

Λένε πως τότε, για πρώτη φορά, ο άνθρωπος είδε ένα μικρό μέρος της απεραντοσύνης του Θεού. Πως πήρε μια λέξη από τη Σιωπή Του.

Τρίτη 20 Φεβρουαρίου 2018


Απόσπασμα από

το 17/ΧΡΟΝΟ (1999 – 2018)
 

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΣΥΓΓΡΣΦΕΑ

 

4.500 likes

20 – 02 – 2018 (636)
Σκέφτομαι: Όταν οι σταγόνες του χρόνου μου δείξουν πως  στερεύουν, προλογίζοντας έτσι τον ερχομό του «Μεγάλου Φονιά», θα είμαι έτοιμος να του πω μόλις εμφανιστεί: «Είσαι ένα χάρτινο σκηνικό τρόμου, που προσπαθεί να κρύψει το μετά από σένα που είναι αυτό: Οι Άνθρωποι (αυτό το εσταυρωμένο είδος), αγκαλιασμένοι  βιώνουν την αγκαλιά της Μέγιστης Πνευματικής Οντότητας του Καλού.

 

Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2018


Απόσπασμα από

 

το 17/ΧΡΟΝΟ (1999 – 2018)

 

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΣΥΓΓΡΣΦΕΑ

 

4.500 likes

17 – 02 – 2018 (635)

Σκέφτομαι: Τρία γεγονότα της ζωής μου με έπεισαν πως πίσω από την εικόνα του Κόσμου, υπάρχει μια Αγαθή Πνευματική Οντότητα. Και όλες οι εικόνες που αφορούν την έμβια ύλη με έπεισαν πως αυτή η Πνευματική Οντότητα είναι αμέτοχη στη δημιουργία και αλληλοσφαγή της έμβιας ύλης. Σίγουρα, όμως κατόρθωσε να μπολιάσει την έμβια ύλη με μια εν δυνάμει δίψα, ικανότητα Αγάπης, αγκαλιάσματος.

 


 

 

Απόσπασμα από

 

το 17/ΧΡΟΝΟ (1999 – 2018)

 

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΣΥΓΓΡΣΦΕΑ

 

4.400 likes

15 – 02 – 2018 (634)

Χτες από το διαδίχτυο πληροφορήθηκα πως ο φίλος της νιότης μου, Νίκος Φ. «έφυγε» πριν 8 χρόνια… Είδα και μια φωτογραφία του εκεί. Μια λύπη σκόρπιζαν τα μάτια του… Δάκρυσα…


 

Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2018


Αυτά είπε η Κασσάνδρα:
 

Σάββατο 10 Φεβρουαρίου 2018

Πέμπτη 8 Φεβρουαρίου 2018

Σάββατο 3 Φεβρουαρίου 2018


Βίντεο 1 από 110


Απόσπασμα από

 

το 17/ΧΡΟΝΟ (1999 – 2018)

 

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΣΥΓΓΡΣΦΕΑ

4.400 likes

 

2013-09-28 (405)

Θυμάμαι:

ΣΕΑΠ (Σχολή εφέδρων αξιωματικών πεζικού) 1957

Η αρχή: Μετά την άσκηση στα αοράκια του Ηρακλείου με τη διμοιρία του, ο δ. φ. μπαίνοντας στα μελετητήρια βλέπει το προσωπικό του αναλόγιο παραβιασμένο. Από μέσα του έλειπαν ένα προσωπικό του ημερολόγιο, ένα βιβλίο του Νίτσε και ένα φύλλο της εφημερίδας ΒΗΜΑ.

Δύο μέρες αργότερα ο δ. φ. βρισκόταν απέναντι από έναν λοχαγό ανακριτή, ο οποίος, μεταξύ των άλλων τον ρωτούσε: Ποιος είναι αυτός ο ρώσος κατάσκοπος, ο Ρασκόλνικωφ  που αναφέρεις στο ημερολόγιο σου; Είναι αλήθεια πως υπήρξες υπαρχηγός του Σίμου του υπαρξιστή, όπως μαρτυρούν κάποιοι συμμαθητές σου;

Σκηνή 1η: Αίθουσα μαθητείας. Μάθημα τοπογραφίας:

Υπολοχαγός: Ποιος είναι ο Φραγκούλης;»

Φραγκούλης: «Εγώ, κύριε υπολοχαγέ».

Υπολοχαγός: «Ρε λάθος της φύσης, ξέρεις ποιος είναι αυτός που συμφωνείς με όσα λέει;». (Είχε συμφωνήσει με τον δ. φ. για κάποιο ποδοσφαιρικό θέμα).

Φραγκούλης: «…».

Τις επόμενες μέρες άρχισε η καραντίνα, η απομόνωση του δ. φ. από τους συμμαθητές του. Κανένας δεν τον πλησίαζε σε απόσταση μικρότερη των 10 μέτρων. Μόνος έτρωγε, μόνος έβλεπε κινηματογράφο στο ΚΨΜ, μόνος και στα διαλείμματα των ασκήσεων .

Πόρισμα ΕΔΕ για τον ΥΕΑ δ. φ.: Ούτος θεωρείται επικίνδυνος για το στράτευμα και την κοινωνία και δέον όπως παρακολουθείται. (Μια υπόδειξη που κάποιοι αργότερα έλαβαν υπ’ όψιν τους). Είναι άθεος, νιτσεϊστής και κουμουνιστής.

Η συνάντηση με τον «θεό» της σχολής: Ο ταξίαρχος διοικητής της σχολής Βουδούρης, κρατώντας ένα μαστίγιο που κάποιες φορές χτυπά μ’ αυτό τις μπότες του, κοιτά προς τη θάλασσα, έχοντας στραμμένα τα  νώτα του προς τον λοχαγό Τσακαλίδη Αδάμ και τον ΥΕΑ δ. φ. Περνάνε 1-2 λεπτά ακίνητης σιωπής και τελικά ο ταξίαρχος στρέφεται προς καλεσμένους του, λέγοντας: «Μαθητή δ. φ. θα σου κάνω μια μόνο ερώτηση: Σε περίπτωση ενός ελληνοβουλγαρικού πολέμου, θα πολεμούσες για τα ιδεώδη του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού;».

Ο 22/χρονος δ. φ.: «Όχι. Μόνο για σπορ και για το τομάρι μου».

Ταξίαρχος: «Μπορείτε να φύγετε».

Απόφαση πειθαρχικού συμβουλίου της ΣΕΑΠ: Ούτος καταπίπτει από την κατηγορία του ΥΕΑ στην τάξη του στρατιώτη, ως έχων φρονήματα μη αρμόζοντα σε έλληνα αξιωματικό και καταφανή έλλειψη στρατιωτικών προσόντων.

Σκηνή 2η: Σε θάλαμο του αναρρωτηρίου της σχολής: Ένας έφεδρος λοχίας λέει στον δ. φ.:

«Σας ζητάνε στο διοικητήριο».

Σκηνή 3η: Ο δ. φ.  πηγαίνοντας προς το διοικητήριο περνά μπρος από τους συμμαθητές του ΔΕΑ, οι οποίοι είναι παρατεταγμένοι έξω από τις αίθουσες συσσιτίου, υπό την επίβλεψη αξιωματικών, περιμένοντας να προμηθευτούν ξηρά τροφή πριν από την επιβίβασή τους στο πλοίο για Πειραιά και μετά να παρουσιαστούν στις μονάδες τους.

Πέφτει σιωπή… Όταν ο δ. φ. έχει φτάσει στο μέσο της παράταξης ο δόκιμος Φραγκούλης βγαίνει από την σειρά του, πλησιάζει τον δ. φ. του πιάνει το δεξί χέρι και με μάτια δακρυσμένα του λέει:

«Γεια σου φ.» και μετά επιστρέφει στην σειρά του.

Ο δ. φ. άκουγε, απομακρυνόμενος, τη σιωπή  δυο-τριών εκατοντάδων ανθρώπων, ενώ μέσα του ατσάλωνε η πίστη του στον Άνθρωπο, από ένα άνθρωπο που έδεσε την τύχη του με κάποιον που άδικα είχε χαρακτηριστεί επικίνδυνος για το στράτευμα και την κοινωνία. Και η πράξη του Φραγκούλη, μεταξύ των άλλων, ήταν η απάντηση στο ερώτημα του υπολοχαγού που αναφέρω πιο πάνω. «Του έδωσα το χέρι μου και το δάκρυ μου, γιατί ξέρω πως δεν είναι αυτό που λες», έμοιαζε να του λέει.

Οι άλλοι της ιστορίας:

Ο Δημήτρης Κιούσης (δάσκαλος τότε, δικηγόρος αργότερα) υπερασπίστηκε στο δικαστήριο τον δ. φ. σε μια εποχή και ένα περιβάλλον που το να υπερασπίζεσαι έναν επικίνδυνο για το καθεστώς ήταν  πράξη που απαιτούσε θάρρος και αίσθημα δικαίου πολύ πάνω από τον μέσο όρο.

Ο Τσακαλίδης Αδάμ ο λοχαγός διοικητής του λόχου στον οποίο υπαγόταν ο δ. φ., κάποιο βράδυ που ήταν επιτηρητής της σχολής κάλεσε τον δ. φ. σε μια ολονύχτια συνομιλία στο τέλος της οποίας  είπε: «Αν ήξερα πως είσαι αυτό που βλέπω τώρα, δεν θα άρχιζα ό,τι σε έφερε σ’ αυτή την κατάσταση. Συγνώμη». Και ο δ. φ. του απάντησε: «Δεν πειράζει, αυτό έγινε, πάμε πιο κάτω».

Ένας άλλος Λοχαγός (η μνήμη δεν συγκράτησε το όνομά του. Πάντως ήταν αυτός που στα χρόνια της χούντας με τον βαθμό του ταξιάρχου τότε, σκοτώθηκε από πτώση του ελικοπτέρου του οποίου επέβαινε σε κάποια στρατιωτική άσκηση) που κάποιο βράδυ ήταν επιτηρητής της σχολής, στη διάρκεια μιας κινηματογραφικής παράστασης στο ΚΨΜ, πλησίασε τον δ. φ. που καθόταν μόνος σε μια ολόκληρη σειρά καθισμάτων και του είπε: «Μην γυρίζεις να με κοιτάξεις. Είναι όλοι τους μαλάκες. Συνέχισε έτσι…».

Σκηνή: 4η: Σε κάποιο τάγμα πεζικού της 9ης μεραρχίας στην Κοζάνη: Ο δ. φ. στρατιώτης απλός, παρουσιάζεται στο γραφείο εφοδιασμού με το φύλλο πορείας του σε κάποιον μόνιμο λοχία ο οποίος του λέει: «Κούμπωσε την τσέπη σου ρε… Θα σε στρώσω εγώ εσένα παλιό…». Και ύστερα άρχισαν τα δύσκολα που θα κατέληγαν σε τραγική κατάσταση αν δεν υπήρχε ένας ακόμα καλός:

Ο  υπολοχαγός Παναγιώτης Ζακυνθινός διοικητής του λόχου ημιονηγών του τάγματος ο οποίος όταν ο μόνιμος λοχίας έκανε μηνυτήρια αναφορά για απόπειρα φόνου του από τον δ. φ. την οποία υπέβαλε στον διοικητή του υπολοχαγό Ζακυνθινό Παναγιώτη, εκείνος του είπε: «Καλά τα λες, αλλά λέω να την σκίσουμε την αναφορά σου». Πράγμα που έκανε αφού πριν προειδοποίησε τον λοχία πως θα είχε να κάνει μαζί του, αν δεν συμφωνούσε. Κι εκείνος συμφώνησε.

Σκηνή 5η : Στο τολ του υπολοχαγού Ζακυνθινού ο δ. φ. ακούει τον υπολοχαγό να του λέει:

«Είναι και ο Ζακυνθινός τρελός, αλλά εσύ τον ξεπέρασες. Θα σάπιζες σε κάποια φυλακή αν…».

Ο 78/χρονος δ.φ. γνωρίζει το κόστος του να είσαι διαφορετικός. Όμως, γνωρίζει εδώ και χρόνια κυρίως αυτό:

«Είμαστε οι Συνοδοιπόροι στην αινιγματική, όλο δάκρυα, πόνο και αίμα, έρημο της Ύπαρξης και πρέπει να κρατάμε ο ένας το χέρι του άλλου μέχρι να πάμε απέναντι, στις ουτοπίες του Επέκεινα που ονειρευτήκαμε, ή στο Τίποτα».

Αυτά για κάποιους φίλους που, ίσως, θα ήθελαν να τα μάθουν.


 

Απόσπασμα από
 
το 17/ΧΡΟΝΟ (1999 – 2018)
 
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΣΥΓΓΡΣΦΕΑ
4.400 likes
 
2013-09-28 (405)
Θυμάμαι:
ΣΕΑΠ (Σχολή εφέδρων αξιωματικών πεζικού) 1957
Η αρχή: Μετά την άσκηση στα αοράκια του Ηρακλείου με τη διμοιρία του, ο δ. φ. μπαίνοντας στα μελετητήρια βλέπει το προσωπικό του αναλόγιο παραβιασμένο. Από μέσα του έλειπαν ένα προσωπικό του ημερολόγιο, ένα βιβλίο του Νίτσε και ένα φύλλο της εφημερίδας ΒΗΜΑ.
Δύο μέρες αργότερα ο δ. φ. βρισκόταν απέναντι από έναν λοχαγό ανακριτή, ο οποίος, μεταξύ των άλλων τον ρωτούσε: Ποιος είναι αυτός ο ρώσος κατάσκοπος, ο Ρασκόλνικωφ  που αναφέρεις στο ημερολόγιο σου; Είναι αλήθεια πως υπήρξες υπαρχηγός του Σίμου του υπαρξιστή, όπως μαρτυρούν κάποιοι συμμαθητές σου;
Σκηνή 1η: Αίθουσα μαθητείας. Μάθημα τοπογραφίας:
Υπολοχαγός: Ποιος είναι ο Φραγκούλης;»
Φραγκούλης: «Εγώ, κύριε υπολοχαγέ».
Υπολοχαγός: «Ρε λάθος της φύσης, ξέρεις ποιος είναι αυτός που συμφωνείς με όσα λέει;». (Είχε συμφωνήσει με τον δ. φ. για κάποιο ποδοσφαιρικό θέμα).
Φραγκούλης: «…».
Τις επόμενες μέρες άρχισε η καραντίνα, η απομόνωση του δ. φ. από τους συμμαθητές του. Κανένας δεν τον πλησίαζε σε απόσταση μικρότερη των 10 μέτρων. Μόνος έτρωγε, μόνος έβλεπε κινηματογράφο στο ΚΨΜ, μόνος και στα διαλείμματα των ασκήσεων .
Πόρισμα ΕΔΕ για τον ΥΕΑ δ. φ.: Ούτος θεωρείται επικίνδυνος για το στράτευμα και την κοινωνία και δέον όπως παρακολουθείται. (Μια υπόδειξη που κάποιοι αργότερα έλαβαν υπ’ όψιν τους). Είναι άθεος, νιτσεϊστής και κουμουνιστής.
Η συνάντηση με τον «θεό» της σχολής: Ο ταξίαρχος διοικητής της σχολής Βουδούρης, κρατώντας ένα μαστίγιο που κάποιες φορές χτυπά μ’ αυτό τις μπότες του, κοιτά προς τη θάλασσα, έχοντας στραμμένα τα  νώτα του προς τον λοχαγό Τσακαλίδη Αδάμ και τον ΥΕΑ δ. φ. Περνάνε 1-2 λεπτά ακίνητης σιωπής και τελικά ο ταξίαρχος στρέφεται προς καλεσμένους του, λέγοντας: «Μαθητή δ. φ. θα σου κάνω μια μόνο ερώτηση: Σε περίπτωση ενός ελληνοβουλγαρικού πολέμου, θα πολεμούσες για τα ιδεώδη του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού;».
Ο 22/χρονος δ. φ.: «Όχι. Μόνο για σπορ και για το τομάρι μου».
Ταξίαρχος: «Μπορείτε να φύγετε».
Απόφαση πειθαρχικού συμβουλίου της ΣΕΑΠ: Ούτος καταπίπτει από την κατηγορία του ΥΕΑ στην τάξη του στρατιώτη, ως έχων φρονήματα μη αρμόζοντα σε έλληνα αξιωματικό και καταφανή έλλειψη στρατιωτικών προσόντων.
Σκηνή 2η: Σε θάλαμο του αναρρωτηρίου της σχολής: Ένας έφεδρος λοχίας λέει στον δ. φ.:
«Σας ζητάνε στο διοικητήριο».
Σκηνή 3η: Ο δ. φ.  πηγαίνοντας προς το διοικητήριο περνά μπρος από τους συμμαθητές του ΔΕΑ, οι οποίοι είναι παρατεταγμένοι έξω από τις αίθουσες συσσιτίου, υπό την επίβλεψη αξιωματικών, περιμένοντας να προμηθευτούν ξηρά τροφή πριν από την επιβίβασή τους στο πλοίο για Πειραιά και μετά να παρουσιαστούν στις μονάδες τους.
Πέφτει σιωπή… Όταν ο δ. φ. έχει φτάσει στο μέσο της παράταξης ο δόκιμος Φραγκούλης βγαίνει από την σειρά του, πλησιάζει τον δ. φ. του πιάνει το δεξί χέρι και με μάτια δακρυσμένα του λέει:
«Γεια σου φ.» και μετά επιστρέφει στην σειρά του.
Ο δ. φ. άκουγε, απομακρυνόμενος, τη σιωπή  δυο-τριών εκατοντάδων ανθρώπων, ενώ μέσα του ατσάλωνε η πίστη του στον Άνθρωπο, από ένα άνθρωπο που έδεσε την τύχη του με κάποιον που άδικα είχε χαρακτηριστεί επικίνδυνος για το στράτευμα και την κοινωνία. Και η πράξη του Φραγκούλη, μεταξύ των άλλων, ήταν η απάντηση στο ερώτημα του υπολοχαγού που αναφέρω πιο πάνω. «Του έδωσα το χέρι μου και το δάκρυ μου, γιατί ξέρω πως δεν είναι αυτό που λες», έμοιαζε να του λέει.
Οι άλλοι της ιστορίας:
Ο Δημήτρης Κιούσης (δάσκαλος τότε, δικηγόρος αργότερα) υπερασπίστηκε στο δικαστήριο τον δ. φ. σε μια εποχή και ένα περιβάλλον που το να υπερασπίζεσαι έναν επικίνδυνο για το καθεστώς ήταν  πράξη που απαιτούσε θάρρος και αίσθημα δικαίου πολύ πάνω από τον μέσο όρο.
Ο Τσακαλίδης Αδάμ ο λοχαγός διοικητής του λόχου στον οποίο υπαγόταν ο δ. φ., κάποιο βράδυ που ήταν επιτηρητής της σχολής κάλεσε τον δ. φ. σε μια ολονύχτια συνομιλία στο τέλος της οποίας  είπε: «Αν ήξερα πως είσαι αυτό που βλέπω τώρα, δεν θα άρχιζα ό,τι σε έφερε σ’ αυτή την κατάσταση. Συγνώμη». Και ο δ. φ. του απάντησε: «Δεν πειράζει, αυτό έγινε, πάμε πιο κάτω».
Ένας άλλος Λοχαγός (η μνήμη δεν συγκράτησε το όνομά του. Πάντως ήταν αυτός που στα χρόνια της χούντας με τον βαθμό του ταξιάρχου τότε, σκοτώθηκε από πτώση του ελικοπτέρου του οποίου επέβαινε σε κάποια στρατιωτική άσκηση) που κάποιο βράδυ ήταν επιτηρητής της σχολής, στη διάρκεια μιας κινηματογραφικής παράστασης στο ΚΨΜ, πλησίασε τον δ. φ. που καθόταν μόνος σε μια ολόκληρη σειρά καθισμάτων και του είπε: «Μην γυρίζεις να με κοιτάξεις. Είναι όλοι τους μαλάκες. Συνέχισε έτσι…».
Σκηνή: 4η: Σε κάποιο τάγμα πεζικού της 9ης μεραρχίας στην Κοζάνη: Ο δ. φ. στρατιώτης απλός, παρουσιάζεται στο γραφείο εφοδιασμού με το φύλλο πορείας του σε κάποιον μόνιμο λοχία ο οποίος του λέει: «Κούμπωσε την τσέπη σου ρε… Θα σε στρώσω εγώ εσένα παλιό…». Και ύστερα άρχισαν τα δύσκολα που θα κατέληγαν σε τραγική κατάσταση αν δεν υπήρχε ένας ακόμα καλός:
Ο  υπολοχαγός Παναγιώτης Ζακυνθινός διοικητής του λόχου ημιονηγών του τάγματος ο οποίος όταν ο μόνιμος λοχίας έκανε μηνυτήρια αναφορά για απόπειρα φόνου του από τον δ. φ. την οποία υπέβαλε στον διοικητή του υπολοχαγό Ζακυνθινό Παναγιώτη, εκείνος του είπε: «Καλά τα λες, αλλά λέω να την σκίσουμε την αναφορά σου». Πράγμα που έκανε αφού πριν προειδοποίησε τον λοχία πως θα είχε να κάνει μαζί του, αν δεν συμφωνούσε. Κι εκείνος συμφώνησε.
Σκηνή 5η : Στο τολ του υπολοχαγού Ζακυνθινού ο δ. φ. ακούει τον υπολοχαγό να του λέει:
«Είναι και ο Ζακυνθινός τρελός, αλλά εσύ τον ξεπέρασες. Θα σάπιζες σε κάποια φυλακή αν…».
Ο 78/χρονος δ.φ. γνωρίζει το κόστος του να είσαι διαφορετικός. Όμως, γνωρίζει εδώ και χρόνια κυρίως αυτό:
«Είμαστε οι Συνοδοιπόροι στην αινιγματική, όλο δάκρυα, πόνο και αίμα, έρημο της Ύπαρξης και πρέπει να κρατάμε ο ένας το χέρι του άλλου μέχρι να πάμε απέναντι, στις ουτοπίες του Επέκεινα που ονειρευτήκαμε, ή στο Τίποτα».
Αυτά για κάποιους φίλους που, ίσως, θα ήθελαν να τα μάθουν.