Απόσπασμα
από το 9ο
βιβλίο της 11/λογίας της
Υπαρξιακής
Αναρχίας/Εσχατολογικής Ουτοπίας
(2 έντυπες εκδόσεις + 1 σε e-book):
Ένα ξερό, γυμνό δέντρο στη μέση ενός τοπίου έρημου, που το
δολοφονεί, από το ύψος του μεσημεριού, ένας καυτός ήλιος. Μια σκελετωμένη, νέα
γυναίκα κάθεται στη λιγνή σκιά του δέντρου, έχοντας ανάμεσα στην αγκαλιά της,
στα σκελετωμένα πόδια της, ένα δεκάχρονο αγόρι. Ακούγεται το βούισμα εντόμων
και το κράξιμο κορακιών. Στα μάτια της γυναίκας διαγράφεται το πτώμα μιας
ελπίδας. Μετά τις μαχαιριές της ξηρασίας, του λιμού, ήρθε κι εκείνη της
αδιαφορίας. Η μικρή, μαύρη φυλή έσβηνε μέσα σε κείνο το εκτυφλωτικό φως του ήλιου
αβοήθητη, ξεχασμένη, λες και ήταν κάποιο κοπάδι ζώων. Το φως του ήλιου χάθηκε
μαζί με τη ζωή της σκελετωμένης γυναίκας. Το σφίξιμο γύρω από τ’ αγόρι χαλάρωσε,
μέχρι που έπαψε. Ύστερα, στη διάρκεια της νύχτας, το παιδί ρουφήχτηκε από το
αιώνιο σκοτάδι. Ήμουν εκείνο το μαύρο αγόρι;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου