από το περιδικο STRANGE (τεύχος 97)
προβληματισμοί σας στις ιστορίες σας, που δημιουργούν στον αναγνώστη απανωτά σοκ
σκέψης. Γιατί διαλέξατε αυτού του είδους τις λογοτεχνικές αναφορές; Πόσο σας απασχολούν;
Πιστεύετε, όπως φαίνεται μέσα από τα βιβλία σας, ότι η «μεγάλη» απάντηση στους
ατέρμονους φιλοσοφικούς στοχασμούς της ανθρωπότητας είναι η δύναμη της αγάπης;
Ανθρώπου είναι η υπαρξιακή αλληλεγγύη, το δόσιμο του χεριού μας προς τους άλλους,
προκειμένου να διασχίσουμε την αινιγματική έρημο της Ύπαρξης, να μειώσουμε έτσι
τον πόνο όλων των όντων, μέχρι να μας δεχτεί το Επέκεινα, όπου η μέγιστη ουτοπία
μας (ο θάνατος του θανάτου) θα έχει υλοποιηθεί, ή θα μας καταπιεί το μηδέν της
ανυπαρξίας. Η προσπάθειά μας να λύσουμε το Αίνιγμα της Ύπαρξης (και τα όποια
άλλα πολιτικά, κοινωνικά παράγωγα υποπροβλήματα παράγει το Αίνιγμα) ακόμα
κι αν δεν είναι μάταιη, πρέπει να μη σπαταλά πνευματικές και άλλες δυνάμεις, από
ην πραγμάτωση της μεταξύ μας Αγάπης. Να μη μας φέρνει σε αντιπαράθεση. Αν
αυτό το Χωροχρονικό Συνεχές που μας περιέχει είναι νεκροταφείο των πιο ωραίων
ονείρων μας, άδειο από σκοπό, χαοτική αιτία του εαυτού του, τότε ας του δώσουμε
εμείς ένα νόημα στο μη-νόημα της ύπαρξής του.
Τελειώνοντας, για όσους, μέσα από όσα είπα, ψάχνουν το στίγμα της θέσης μου, έχω
να πω αυτό: Ο Θεός ή το Τίποτα ήταν οι μόνες λογικές εκδοχές. Κι αφού δεν ζούμε
μέσα στο Τίποτα, τότε η μοναδική αιτία της ύπαρξης είναι ο Θεός, στον οποίο
αισθάνομαι την ανάγκη να απευθύνω την ιερόσυλη ερώτηση: «Γιατί ήταν αναγκαίο
να κατασπαραχτεί το αθώο ελαφάκι (το κάθε ελαφάκι) από εκείνο το σαρκοφάγο
(το κάθε σαρκοφάγο);»
Μέσα σε αυτή την ερώτηση-απορία, έσβησα την παλιά υπαρξιακή οργισμένη μου
αναρχία.
Κ. Σ.: Η πρόκληση του «απόλυτου», η «εσχατολογική ουτοπία», η «έκλειψη
του Θεού»,
αιώνια μάχη του «καλού» και του «κακού», το
«σύμπαν σωσίας», είναι κάποιοι οντολογικοίπροβληματισμοί σας στις ιστορίες σας, που δημιουργούν στον αναγνώστη απανωτά σοκ
σκέψης. Γιατί διαλέξατε αυτού του είδους τις λογοτεχνικές αναφορές; Πόσο σας απασχολούν;
Πιστεύετε, όπως φαίνεται μέσα από τα βιβλία σας, ότι η «μεγάλη» απάντηση στους
ατέρμονους φιλοσοφικούς στοχασμούς της ανθρωπότητας είναι η δύναμη της αγάπης;
Δ.Φ.: Αισθάνομαι
την ανθρώπινη Ιστορία ως μια αιματηρή, όλο δάκρυα, πόνο και αίμα
πορεία,
μέσα σε μία αινιγματική έρημο. Και πιστεύω πως το υπέρτατο καθήκον τουΑνθρώπου είναι η υπαρξιακή αλληλεγγύη, το δόσιμο του χεριού μας προς τους άλλους,
προκειμένου να διασχίσουμε την αινιγματική έρημο της Ύπαρξης, να μειώσουμε έτσι
τον πόνο όλων των όντων, μέχρι να μας δεχτεί το Επέκεινα, όπου η μέγιστη ουτοπία
μας (ο θάνατος του θανάτου) θα έχει υλοποιηθεί, ή θα μας καταπιεί το μηδέν της
ανυπαρξίας. Η προσπάθειά μας να λύσουμε το Αίνιγμα της Ύπαρξης (και τα όποια
άλλα πολιτικά, κοινωνικά παράγωγα υποπροβλήματα παράγει το Αίνιγμα) ακόμα
κι αν δεν είναι μάταιη, πρέπει να μη σπαταλά πνευματικές και άλλες δυνάμεις, από
ην πραγμάτωση της μεταξύ μας Αγάπης. Να μη μας φέρνει σε αντιπαράθεση. Αν
αυτό το Χωροχρονικό Συνεχές που μας περιέχει είναι νεκροταφείο των πιο ωραίων
ονείρων μας, άδειο από σκοπό, χαοτική αιτία του εαυτού του, τότε ας του δώσουμε
εμείς ένα νόημα στο μη-νόημα της ύπαρξής του.
Τελειώνοντας, για όσους, μέσα από όσα είπα, ψάχνουν το στίγμα της θέσης μου, έχω
να πω αυτό: Ο Θεός ή το Τίποτα ήταν οι μόνες λογικές εκδοχές. Κι αφού δεν ζούμε
μέσα στο Τίποτα, τότε η μοναδική αιτία της ύπαρξης είναι ο Θεός, στον οποίο
αισθάνομαι την ανάγκη να απευθύνω την ιερόσυλη ερώτηση: «Γιατί ήταν αναγκαίο
να κατασπαραχτεί το αθώο ελαφάκι (το κάθε ελαφάκι) από εκείνο το σαρκοφάγο
(το κάθε σαρκοφάγο);»
Μέσα σε αυτή την ερώτηση-απορία, έσβησα την παλιά υπαρξιακή οργισμένη μου
αναρχία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου