«Είμαστε,
κυρίως, εκείνο που είναι τα έγκατα του ασυνειδήτου μας. Ο άγνωστος, αθέατος
εαυτός μας. Αλλά όλα αυτά είναι πράγματα που, αυτή την περίοδο, δεν μ’ ενδιαφέρουν.
Ποθώ να ζήσω χωρίς σκέψεις, ηθικούς εγκλωβισμούς, αλήθειες. Με το κορμί μου, με
τις αισθήσεις του θέλω να ζήσω. Με τις άγνωστες επιταγές του ασυνειδήτου μου.
Αλλά, βέβαια, ο χρόνος μ’ έχει πελεκήσει τόσο, που δείχνει παράκαιρος, αστείος
αυτός ο μοναδικός μου πόθος», λέω.
Μπαίναμε
στο υπαίθριο πάρκιν της λεωφόρου Νίκης, όταν η οθόνη του φορητού ηλεκτρονικού
υπολογιστή παρουσίασε αυτό:
Η Ιστορία (δηλαδή η άθροιση των επιμέρους
ιστοριών όλων των έμβιων όντων, αλλά και των εσχατοσωματιδίων της ύλης) του
Χωροχρονικού Συνεχούς, βρισκόταν μέσα στο, σχεδόν μηδενικής έκτασης πρωταρχικό
σωματίδιο που εξερράγη, ή σαν μοναδική πιθανότητα, ή σαν μία μέσα σε άλλες,
που όμως δεν ήταν μαθηματικά δυνατόν να είναι άπειρες, αφού ο αριθμός των
εσχατοσωματιδίων, υποχρεωτικά, ήταν πεπερασμένος. (Αν ήταν άπειρος, το
Χωροχρονικό Συνεχές δεν θα είχε χώρο για να εξαπλωθεί. Θα ήταν, δηλαδή, από πάντα χώρος χωρίς χρόνο). Το πεπρωμένο μας, λοιπόν, δεν
βρίσκεται μέσα στα γονίδιά μας, αλλά μέσα στα εσχατοσωματίδια του πρωταρχικού
σωματιδίου και, άντε, στους πιθανούς συνδυασμούς τους που μπορούσε να φέρει το
Τυχαίο. Έπαιξε, λοιπόν, ζάρια ο Θεός, ή, πιο σωστά: άφησε το Τυχαίο να νομίζει
πως θα παίξει στα ζάρια τη μορφή, αλλά όχι και την ουσία του Κόσμου. (Αυτή η
σκέψη, μεταξύ των άλλων, σημαίνει και το εξής: Χρόνος είναι η εξάπλωση της
συμπαντικής μάζας μέσα στο Μηδέν, ή στο «σώμα» του Θεού. Είναι, δηλαδή, έκταση
και όχι μόνο ο μετασχηματισμός του Κακού σε Καλό, όπως θα έλεγε και η ηγουμένη
Αναστασία). Κοντολογίς, το Τυχαίο είναι η άλλη όψη της Αναγκαιότητας και η Αναγκαιότητα
η άλλη όψη του Τυχαίου. Ήγουν: Ο Κόσμος μπορεί ν ’ αλλάξει. Και τα όντα ν ’ αναβαθμιστούν
στο επίπεδο που αξίζουν.
Ρόλλαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου