13/2/2000 (23)
Ήταν μία εικόνα που έδειχνε τις αναλογίες του Κόσμου μας: Στεκόμουν στο μπαλκόνι ενός κτιρίου και παρατηρούσα το πλήθος που διέσχιζε τον κεντρικό δρόμο. Ξαφνικά, ένας ηλικιωμένος ευτραφής άντρας, λίγο πριν πλησιάσει τον πάγκο του υπαίθριου εφημεριδοπώλη, γέρνει προς τα πίσω και σωριάζεται απότομα στο πεζοδρόμιο. Το πρόσωπό του κιτρινίζει, τα μάτια του κλείνουν. Ένας μικρός αμήχανος κλοιός σχηματίζεται γύρω του.
"Υπάρχει κάποιος γιατρός εδώ κοντά; Να καλέσουμε το 166", λένε κάποιοι.
Από παρακείμενο φαρμακείο βγαίνει ένας νεαρός με άσπρη μπλούζα. Στα χέρια του κρατά μία μικρή φιάλη οξυγόνου. Τοποθετεί τη μάσκα της φιάλης στο στόμα του ακόμα πιο χλωμού γέροντα. Μετά, του δίνει το φιλί της ζωής. Μάταια. Δεν είναι πια μαζί μας εκείνος ο άνθρωπος...
Μέχρι να συμβούν αυτά, παρατήρησα τα εξής: Ελάχιστοι έμειναν κοντά στις τελευταίες στιγμές ενός συνανθρώπου μας. Οι περισσότεροι τράβηξαν βιαστικοί, αδιάφοροι, μπορεί και φοβισμένοι τον δρόμο τους. Ο εφημεριδοπώλης, μετακίνησε ενοχλημένος τον πάγκο του πιο πέρα, γιατί το μικρό πλήθος τον απομόνωνε από την πελατεία του. Ο νεαρός φαρμακοποιός ήταν δακρυσμένος, και μία μεσόκοπη γυναίκα κάποια στιγμή τον πλησίασε και του είπε: "παλικάρι μου, λες και ήταν ο πατέρας σου... Να είσαι καλά. Πόσο χρειαζόμαστε την ψυχή σου".
Ναι. Ήταν για μένα ένα συμβάν που περιείχε τις αναλογίες του Κόσμου μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου